
Λαθροθηρία
Φαινόμενο & Τρόποι Αντιμετώπισης
Η αυξανόμενη πολυπλοκότητα και ο παγκόσμιος χαρακτήρας της λαθροθηρίας της άγριας ζωής απειλούν την επιβίωση πολλών ειδών παγκοσμίως και ξεπερνούν τις προσπάθειες προστασίας. Επομένως, είναι επιτακτική η ανάγκη εύρεσης δραστικών λύσεων, προκειμένου να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά το φαινόμενο της θανάτωσης και του εμπορίου άγριων ζώων.
Παρακάτω, παρουσιάζονται ενδεικτικά παραδείγματα καταπολέμησης της λαθροθηρίας, με διαφορετικές οπτικές ανά περίπτωση. Μαθαίνοντας από αυτά τα παραδείγματα, οι προσπάθειες διατήρησης της άγριας ζωής μπορούν να ενισχυθούν για την προστασία της βιοποικιλότητας και τη διασφάλιση της επιβίωσης των απειλούμενων ειδών.
Στρατηγικές Επιβολής του Νόμου
Η επιβολή του νόμου θεωρείται ευρέως ως ο ακρογωνιαίος λίθος για την αποτελεσματική διαχείριση των φυσικών πόρων. Δεν υπάρχουν πρακτικές κατευθυντήριες γραμμές για τη βέλτιστη χρήση των μέτρων επιβολής της νομοθεσίας, ιδίως σε περιοχές που προστατεύονται με καθεστώτα αειφόρου διαχείρισης ή/και μεικτής χρήσης και όπου οι νομικοί θεσμοί είναι αδύναμοι.

Nepal & Peru
Στο Νεπάλ, το 2010 οι εθνικές και περιφερειακές κυβερνήσεις συγκρότησαν νέες επιτροπές για την καταπολέμηση του εγκλήματος κατά της άγριας ζωής. Σε συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου η κυβέρνηση συγκρότησε επιτροπές για τον έλεγχο του εγκλήματος κατά της άγριας ζωής στο Υπουργείο Δασών και Προστασίας του Εδάφους, στο οποίο υπάγεται η DNPWC (Department of National Parks and Wildlife Conservation).
Το κεντρικό επίπεδο του WCCB (Wildlife Crime Control Bureau) περιλαμβάνει εκπροσώπους υψηλού επιπέδου από το DNPWC, το Τμήμα Δασών, το Τελωνείο, τον στρατό, την αστυνομία, το Εθνικό Τμήμα Ερευνών και το Γραφείο Διερεύνησης Εγκλημάτων για τον έλεγχο της λαθροθηρίας και όλων των πτυχών του εγκλήματος κατά της άγριας ζωής, με έμφαση στη σύλληψη των εμπόρων και την αποκάλυψη των διαδρομών λαθρεμπορίου σε τοπικό και διεθνές επίπεδο. [1]
Στο Περού, η κυβέρνηση έχει καταπολεμήσει αποτελεσματικά την παράνομη εμπορία άγριας ζωής εφαρμόζοντας τους νόμους περί οργανωμένου εγκλήματος. Η προσέγγιση αυτή αναγνωρίζει ότι η παράνομη διακίνηση άγριας ζωής συχνά ενορχηστρώνεται από εγκληματικά δίκτυα, γεγονός που απαιτεί ισχυρό νομικό πλαίσιο και διεθνή συνεργασία για την εξάρθρωση αυτών των επιχειρήσεων. [2]
Εκπαίδευση
Η περιβαλλοντική εκπαίδευση είναι ζωτικής σημασίας για την καταπολέμηση της λαθροθηρίας, καθώς είναι απαραίτητη για την προώθηση και την κατανόηση των μακροπρόθεσμων οφελών της διατήρησης της άγριας ζωής. Ακόμη, καλλιεργεί συμπεριφορές φιλικές προς τη διατήρηση των ειδών στους τοπικούς πληθυσμούς.

Tanzania
Η Τανζανία αποτελεί ένα εμβληματικό παράδειγμα για την μάχη κατά της λαθροθηρίας, καθώς διαθέτει αξιοσημείωτη βιοποικιλότητα. Η συνοχή στην αντιλαμβανόμενη αποτελεσματικότητα των εκστρατειών ευαισθητοποίησης υποδεικνύει τη σημασία της εκπαίδευσης και της συμμετοχής της κοινότητας για την προώθηση του σεβασμού στην φύση και τα ζώα. [3]
Ωστόσο, οφείλει να μας προβληματίσει ο επίμονα υψηλός αριθμός περιστατικών λαθροθηρίας, κάτι που υποδηλώνει την ανάγκη για περαιτέρω προσπάθειες για την επίτευξη της μείωσης του φαινομένου.
Μέρος της προσπάθειας της καταπολέμησης της λαθροθηρίας είναι και η "Μονάδα Σκύλων Καταπολέμησης Λαθροθηρίας" (Anti Poaching Canine Unit), μέρος του Grumeti Fund της ACCF (African Community & Conservation Foundation). Σκοπός της μονάδας είναι ο εντοπισμός και η σύλληψη των λαθροθήρων αλλά και η αποτροπή των λαθροθήρων απο το να εισέλθουν στην προστατευόμενη περιοχή. [4]
Εμπλοκή της Τοπικής Κοινότητας
Η συμμετοχή της͏ κοινότητας είναι ένα͏ς κρίσιμος πυλώνας ͏για την λύση κοινωνικών θεμάτων όπου οι παραδοσιακοί τρόποι συχνά αποτυγχάνου͏ν. Η κοινοτ͏ι͏κή συμμ͏ετοχή βάζει στο προσκήνιο την τοπική γνώσ͏η, τη πολιτισμ͏ική κατανόηση και τις σχέσεις – στοιχεία που ͏συχ͏νά λ͏είπο͏υν από τις τυπικές προσεγγίσ͏εις επ͏ιβολής του νόμου. Μέσω τη͏ς ενεργούς εμπλοκής, οι κοινότητες φτιάχ͏νουν αίσθημ͏α ιδιοκτησίας για τα προβλήματα και τις λύσεις τους ενισχύοντας τη βιωσιμότητα των παρεμβάσεων κα͏ι καλλιεργώντας μια κουλτούρα πρόληψης αντί με α͏πλή αντίδρ͏αση στις προκλήσ͏εις.

Botswana & Brazil
Η διαχείριση των φυσικών πόρων με βάση την κοινότητα (Community-based natural resource management - CBNRM) έχει συμβάλει καθοριστικά στη μείωση της λαθροθηρίας για βιοπορισμό στη βόρεια Μποτσουάνα. Με την ενδυνάμωση των κοινοτήτων και την παροχή οικονομικών κινήτρων, τα προγράμματα CBNRM προώθησαν την αίσθηση της ιδιοκτησίας και της ευθύνης μεταξύ των τοπικών πληθυσμών, οδηγώντας σε μειωμένες δραστηριότητες λαθροθηρίας. [5]

Στον Αμαζόνιο της Βραζιλίας, η διαχείριση των φωλιών ποταμοχελώνων με βάση την κοινότητα έδειξε ότι η συμμετοχή των τοπικών κοινοτήτων μπορεί να είναι πιο αποτελεσματική από την επιβολή της νομοθεσίας από μόνη της, αναδεικνύοντας τη σημασία της συμμετοχικής διατήρησης. [6]

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
[1] Martin, E., Martin, C., & Vigne, L. (2013). Successful reduction
in rhino poaching in Nepal. Pachyderm, 54, 67–74. https://doi.org/10.69649/pachyderm.v54i.341
[2] Zubaidi, A. K. M. (2024). The Peruvian Government's
Strategy Against Wildlife Trafficking: From Intelligence Operations to Strict
Law Enforcement. Loka, 1(4),
146–155. https://doi.org/10.38142/ljes.v1i4.209
[3] Mramba, M., & Mrimi, M. (2024). Evaluating the Effectiveness of Anti-Poaching Efforts in Combating Wildlife Poaching at Udzungwa Mountains National Park, Tanzania. Nigeria Journal of Social Development, 14(2), 174–192. https://doi.org/10.4314/ngjsd.v14i2.12
[4] African Community & Conservation Foundation . (2024, August 13) Canine Unit in Tanzania - Grumeti Fund. . https://africanccf.org/program/canine-unit/
[5] Gaodirelwe, I., Masunga, G., & Motsholapheko, M. R. (2020). Community-based natural resource management: a promising strategy for reducing subsistence poaching around protected areas, northern Botswana. Environment, Development and Sustainability, 22(3), 2269–2287. https://doi.org/10.1007/S10668-018-0288-7
[6] Norris, D., Michalski, F., & Gibbs, J. P. (2018). Community involvement works where enforcement fails: conservation success through community-based management of Amazon river turtle nests. PeerJ, 6. https://doi.org/10.7717/PEERJ.4856